15.02.11

Η Θέμις στη χώρα των τεράτων…

Ο δικηγόρος δεν πρέπει, λέει, να κάνει δηλώσεις για υποθέσεις που χειρίζεται. Είναι πειθαρχικό αδίκημα. Είναι, όμως, και συνταγματικό δικαίωμα. Και, στην εποχή μας πια, θα έπρεπε να θεωρείται ύψιστο δημοκρατικό καθήκον. Γιατί ολοένα και περισσότερο τείνουν να παραβιάζονται οι θεμελιώδεις εγγυήσεις της δίκαιης δίκης. Ολοένα και περισσότερο ψηφίζονται νόμοι που καταργούν τη δημοσιότητα των δικών και ευνοούν την αυθαιρεσία. Ολοένα και περισσότερο διεξάγονται δίκες στις οποίες αδυνατείς να αναγνωρίσεις την εφαρμογή οποιουδήποτε έστω στοιχειώδους νομικού και δικονομικού κανόνα, αλλά και να ταυτίσεις τον δικάζοντα δικαστή με τον νηφάλιο και απροσωπόληπτο κριτή που επιβάλλει η δικονομία.

Ίσως αυτό να εξηγεί για ποιο λόγο, ενώ από το έτος 2005 ψηφίσθηκε νόμος που προβλέπει τη μαγνητοφώνηση των δικών και την τήρηση μαγνητοφωνημένου αρχείου πρακτικών, ο νόμος αυτός δεν εφαρμόζεται ποτέ. «Έχουν γνώση η φύλακες» ότι, αν καταγράφονται μαγνητοφωνημένα αυτά που πράγματι λέγονται στις δικαστικές αίθουσες από πολλούς δικαστές και εισαγγελείς, θα καταρρεύσει το ούτως ή άλλως μετέωρο οικοδόμημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα. Για τον ίδιο λόγο άλλωστε έχει διά νόμου απαγορευθεί πλέον η μαγνητοσκόπηση των δικών. Έχουν και πάλι γνώση η φύλακες ότι η εικόνα και μόνο της απονομής της Δικαιοσύνης, συχνά κοιμώμενων ή αδιάφορων δικαστών, δικαστών που από έδρας επιλύουν ζητήματα εξωνομικά και εξωδικανικά, που επιλέγουν να αντιπαρατίθενται με διαδίκους και συνηγόρους, να μειώνουν μάρτυρες ή να συμπεριφέρονται ως θηριοδαμαστές καταρρακώνει κάθε έννοια ή ψευδαίσθηση δικαίου.

Έλεγαν οι Λατίνοι για τη γυναίκα του Καίσαρα, ότι δεν αρκεί μόνο να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνεται. Έλεγαν παραφράζοντας οι πιο σύγχρονοι, ότι η Δικαιοσύνη δεν αρκεί να είναι δίκαιη, πρέπει και να φαίνεται δίκαιη. Δυστυχώς, τη Δικαιοσύνη, όπως εκφράζεται στο πρόσωπο ολοένα και περισσότερων δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών τα τελευταία χρόνια, δεν απασχολούν τέτοια εξεζητημένα διλήμματα. Η Δικαιοσύνη δεν χρειάζεται ούτε να είναι ούτε να φαίνεται δίκαιη, αρκεί να δικαιολογεί την ύπαρξή της…

Έτσι, λοιπόν, συνέβη και αυτό που κάποιοι δεν πίστευαν ποτέ ότι θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα των 37 ετών αδιατάρακτης θεσμικά δημοκρατικής διακυβέρνησης: το Τριμελές Εφετείο Αθηνών αποφάσισε ότι θα δικάσει 9 νεαρούς κατηγορουμένους για κακουργήματα χωρίς την παρουσία τους και χωρίς συνηγόρους. Ανακοινώνοντας ένα «εμπεριστατωμένο» έγγραφο σκεπτικό, σύμφωνα με το οποίο το δικαίωμα των κατηγορουμένων να έχουν συνήγορο της εκλογής τους «ασκείται καταχρηστικά». Δεν φανταζόταν κανείς ότι θα έβλεπε ποτέ αυτήν την ονειδιστική εικόνα, ενός Δικαστηρίου που αποφασίζει να δικάσει σε μια άδεια αίθουσα, με άδεια έδρανα κατηγορουμένων και συνηγόρων, μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού, όπου οι προσερχόμενοι πρέπει να υποστούν πέραν των πολλαπλών ελέγχων με εξελιγμένα μηχανήματα και την υποχρεωτική παράδοση των ταυτοτήτων τους στη… φύλαξη των αστυνομικών αρχών. Οι οποίες, κατά την πρώτη ημέρα της δίκης φωτοτύπησαν τις ταυτότητες αυτές (για λόγους… αρχείου προφανώς!!!). Βέβαια δεν φανταζόταν ότι θα έβλεπε ούτε την άλλη ονειδιστική εικόνα για την Ελληνική Δικαιοσύνη, να ενεργοποιείται διμοιρία των Υ.Α.Τ. για να καταστείλει τους οπωσδήποτε επικίνδυνους για τη δημόσια τάξη γονείς, που ανησυχούσαν για την τύχη των παιδιών τους, εντός της δικαστικής αιθούσης στις φυλακές Κορυδαλλού.

Είναι προφανές ότι έχουμε περάσει στην εποχή όπου τίποτε δεν είναι πια αυτονόητο. Όπου και τα πλέον θεμελιώδη και στοιχειώδη αμφισβητούνται και βάλλονται. Δικαστήρια συνεδριάζουν σε δικαστικά γραφεία Προέδρων αντί στις καθορισμένες δικαστικές αίθουσες. Άλλα δικαστήρια επινοούν τεχνάσματα για να επιλέξουν ποιες υποθέσεις θα δικάσουν και ποιες θα αναβάλουν. Σε πολλούς δυστυχώς δικαστές και εισαγγελείς επικρατεί η αντίληψη ότι δεν υπάρχει κανένα όριο και κανείς περιορισμός στην εξουσία τους: αισθάνονται την ελευθερία, τη νομιμοποίηση και, δυστυχώς, την εκ του αποτελέσματος ικανοποίηση, ότι μπορούν να αποφασίσουν και να αιτιολογήσουν το οτιδήποτε, ακόμη και την πλήρη μεταστροφή ή αντιστροφή των δικών τους αποφάσεων.

Η κατάσταση αυτή γεμίζει θλίψη και απελπισία όσους πιστεύουν στην έννοια, τη λειτουργία, το θεσμό της Δικαιοσύνης. Η παραίτηση φαντάζει λύτρωση. Γιατί είναι πολύ κουραστικό να πολεμάς διαρκώς για το αυτονόητο. Και να βρίσκεσαι αντιμέτωπος με εκείνους που έχουν ταχθεί για να σε προστατεύσουν, εσένα, τον πολίτη, τον αδικηθέντα, τον κατηγορούμενο, το αδύναμο μέρος.

Όποτε κάνω αυτές τις σκέψεις, μέσα και έξω από τις δικαστικές αίθουσες, προσπαθώ να θυμάμαι τη ρήση του Camus: Αν το μηδέν είναι η μοίρα μας, τουλάχιστον ας κάνουμε να μην είναι δίκαιο.

 

Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Κοντέινερ, Φεβρουάριος 2011